*
Παντελής Μπουκάλας
***
*
Η σοφία της μη ισχύος *
Το ερώτημα του Ιησού προς τους μαθητές του, «Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι;» το καταγράφουν τρεις ευαγγελιστές, ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς. Αλλοι λένε πως είσαι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, αποκρίνονται οι μαθητές, άλλοι ο Ηλίας, άλλοι ο Ιερεμίας ή κάποιος από τους Προφήτες. Τίποτε καινούργιο δεν λένε βέβαια στον παντογνώστη, που όμως επιμένει να εμφανίζεται ως μη γνωρίζων και ρωτάει πια τους μαθητές τι πιστεύουν οι ίδιοι. Πως είσαι ο Μεσσίας, του απαντούν, κι αυτός τους προστάζει αυστηρά να μην το πουν σε κανέναν γιατί «πρέπει να πάθει πολλά, να αποδοκιμαστεί από τους πρεσβύτερους, τους αρχιερείς και τους γραμματείς, να θανατωθεί και την τρίτη μέρα ν' αναστηθεί».
Αν έγινε όντως αυτός ο διάλογος ή είναι απόρροια της αφηγηματικής μεθόδου που επέλεξαν οι ευαγγελιστές, είναι ένα ερώτημα που, με φιλολογικότερους όρους, απασχολεί τους γραμματολόγους, όταν αναρωτιούνται πόσος αυθεντικός Σωκράτης υπάρχει στους διαλόγους του Πλάτωνα ή αν ο Επιτάφιος είναι του Περικλή ή του Θουκυδίδη. Υπό το καθεστώς της πίστης, ερωτήματα αυτού του είδους και το εγχείρημα των απαντήσεων συνιστούν περίπου αμαρτία. Αυτό ωστόσο δεν απέτρεψε τους ανθρώπους (παρά τους κινδύνους που κατά καιρούς αντιμετώπισαν, να κηρυχθούν αιρετικοί ή και να καούν) να σκέφτονται και να ξανασκέφτονται το «σημείον αμφιλεγόμενον». Για να φανεί έτσι ότι το «τίνα με λέγουσιν άνθρωποι είναι;» απευθυνόταν στον μέλλοντα χρόνο.
Θα μπορούσε άραγε να δοθεί η απάντηση πως ο Χριστός ήταν φιλόσοφος, κι ας μην έγραψε παρά λίγες άγνωστες λέξεις στο χώμα, κι ας μιλούσε με παραβολές για να τον νιώθουν καλύτερα οι απλοί άνθρωποι που τον άκουγαν; «Ο Χριστός φιλόσοφος», ακριβώς, τιτλοφορείται ένα βιβλίο του Φρεντερίκ Λενουάρ (εκδ. Πόλις, 2010, μτφρ. Αιμίλιος Βαλασιάδης), που επιχειρεί μια ενδιαφέρουσα σύνοψη της χριστολογίας και της ιστορίας του χριστιανισμού, βασιζόμενος στις σπουδές του στη φιλοσοφία και την ιστορία των θρησκειών. «Ο Ιησούς κηρύσσει τη σοφία της αγάπης και της μη ισχύος» υπογραμμίζει ο συγγραφέας, σημειώνοντας ότι θαυματουργούσε για να καταδείξει ότι διαθέτει την απόλυτη δύναμη, την οποία ωστόσο απαρνήθηκε επί του σταυρού. «Αλλάζει έτσι ριζικά το παραδοσιακό πρόσωπο του Θεού που εμπνέει φόβο και έρχεται σε αντίθεση με το πιο οικουμενικά διαδεδομένο ένστικτο: το ένστικτο της αυτοεπιβεβαίωσης, μέσω της κυριαρχίας επί των άλλων». Πόσο δυσπρόσιτη είναι η «σοφία της μη ισχύος» το βεβαιώνει η ίδια η πορεία του χριστιανισμού, όχι πια ως θρησκείας, αλλά ως συστήματος κυριαρχίας. Φοβάμαι πως και ο σημερινός κερματισμένος, εθνικοποιημένος και πολιτευόμενος χριστιανισμός στο ερώτημα του Ιησού «τίνα με λέγουσιν άνθρωποι είναι;» θα έδινε την απάντηση «ένας αιρετικός». Το πρόβλεψε άλλωστε ο Ντοστογιέφσκι στους «Αδελφούς Καραμαζόφ».
---
Σημ.: την επιμέλεια της εικονογράφησης είχαν οι Stavrovelonies
*
Παντελής Μπουκάλας
***
*
Αν έγινε όντως αυτός ο διάλογος ή είναι απόρροια της αφηγηματικής μεθόδου που επέλεξαν οι ευαγγελιστές, είναι ένα ερώτημα που, με φιλολογικότερους όρους, απασχολεί τους γραμματολόγους, όταν αναρωτιούνται πόσος αυθεντικός Σωκράτης υπάρχει στους διαλόγους του Πλάτωνα ή αν ο Επιτάφιος είναι του Περικλή ή του Θουκυδίδη. Υπό το καθεστώς της πίστης, ερωτήματα αυτού του είδους και το εγχείρημα των απαντήσεων συνιστούν περίπου αμαρτία. Αυτό ωστόσο δεν απέτρεψε τους ανθρώπους (παρά τους κινδύνους που κατά καιρούς αντιμετώπισαν, να κηρυχθούν αιρετικοί ή και να καούν) να σκέφτονται και να ξανασκέφτονται το «σημείον αμφιλεγόμενον». Για να φανεί έτσι ότι το «τίνα με λέγουσιν άνθρωποι είναι;» απευθυνόταν στον μέλλοντα χρόνο.
Θα μπορούσε άραγε να δοθεί η απάντηση πως ο Χριστός ήταν φιλόσοφος, κι ας μην έγραψε παρά λίγες άγνωστες λέξεις στο χώμα, κι ας μιλούσε με παραβολές για να τον νιώθουν καλύτερα οι απλοί άνθρωποι που τον άκουγαν; «Ο Χριστός φιλόσοφος», ακριβώς, τιτλοφορείται ένα βιβλίο του Φρεντερίκ Λενουάρ (εκδ. Πόλις, 2010, μτφρ. Αιμίλιος Βαλασιάδης), που επιχειρεί μια ενδιαφέρουσα σύνοψη της χριστολογίας και της ιστορίας του χριστιανισμού, βασιζόμενος στις σπουδές του στη φιλοσοφία και την ιστορία των θρησκειών. «Ο Ιησούς κηρύσσει τη σοφία της αγάπης και της μη ισχύος» υπογραμμίζει ο συγγραφέας, σημειώνοντας ότι θαυματουργούσε για να καταδείξει ότι διαθέτει την απόλυτη δύναμη, την οποία ωστόσο απαρνήθηκε επί του σταυρού. «Αλλάζει έτσι ριζικά το παραδοσιακό πρόσωπο του Θεού που εμπνέει φόβο και έρχεται σε αντίθεση με το πιο οικουμενικά διαδεδομένο ένστικτο: το ένστικτο της αυτοεπιβεβαίωσης, μέσω της κυριαρχίας επί των άλλων». Πόσο δυσπρόσιτη είναι η «σοφία της μη ισχύος» το βεβαιώνει η ίδια η πορεία του χριστιανισμού, όχι πια ως θρησκείας, αλλά ως συστήματος κυριαρχίας. Φοβάμαι πως και ο σημερινός κερματισμένος, εθνικοποιημένος και πολιτευόμενος χριστιανισμός στο ερώτημα του Ιησού «τίνα με λέγουσιν άνθρωποι είναι;» θα έδινε την απάντηση «ένας αιρετικός». Το πρόβλεψε άλλωστε ο Ντοστογιέφσκι στους «Αδελφούς Καραμαζόφ».
---
Σημ.: την επιμέλεια της εικονογράφησης είχαν οι Stavrovelonies
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου