*
Ρούσσος Βρανάς
***
*
ΔΡΟΜΟΙ
*
...σε παγόβουνο ... Βυθιζόμαστε ταχύτατα ... Βοηθήστε μας!». Πριν καλά καλά αντηχήσει το τελευταίο μπιπ του κώδικα Μορς, εκείνο το παγερό απόβραδο του 1912, αυτές οι λέξεις έγιναν ο επιτάφιος για 1.500 ανθρώπους που βρίσκονταν πάνω στο μεγαλύτερο πλοίο του κόσμου. Γιατί; Οσοι διαβάζουν ιστορία ή είδαν την ταινία, ξέρουν. Δεν έφταιγε το παγόβουνο για την καταστροφή, αλλά κάτι άλλο.
Ρούσσος Βρανάς
***
*
ΔΡΟΜΟΙ
*
«Πέσαμε...
.
Ο «Τιτανικός»...
...μπορεί να βρίσκεται σήμερα στον πάτο του ωκεανού, όχι όμως και η αλήθεια. Εφταιγε ο κυβερνήτης. Και φταίει πάντα ο κυβερνήτης, για κάθε ναυάγιο, ό,τι και αν κυβερνά αυτός. Ο κυβερνήτης του υπερωκεανίου πίστευε πως ήταν αβύθιστο. Τόση ήταν η αλαζονεία του, που είχε μαζί του ναυαγοσωστικές λέμβους μόνο για τους μισούς επιβάτες. Και φταίει πάντα ο κυβερνήτης, ό,τι και αν κυβερνά αυτός, όταν παίρνει μέτρα για να σωθούν μονάχα μερικοί και όχι όλοι όσοι του εμπιστεύονται τη ζωή τους. Χρειάστηκαν μόνο 30 δευτερόλεπτα για να απομακρυνθεί το πλοίο από το παγόβουνο μετά την πρόσκρουση. Ομως ήταν ήδη πολύ αργά για τους ανθρώπους. Επειδή ο κυβερνήτης του δεν μπόρεσε να απαντήσει σωστά στο ερώτημα: όταν βυθίζεται ένα πλοίο, ποιος θα μπει πρώτος στις βάρκες; Σε ένα πλοίο, όπως και σε μια χώρα, υπάρχουν πάντα ανώτεροι και κατώτεροι, τόσο στο πλήρωμα όσο και στους επιβάτες. Τόσο το χειρότερο, αν βρεθούν σε κίνδυνο έτσι χωρισμένοι. Αν όμως ο κυβερνήτης, ό,τι και αν κυβερνά αυτός, καταργήσει αυτή τη διάκριση, θα τους κάνει να νιώσουν ότι όλοι μαζί κωπηλατούν προς την ίδια κατεύθυνση για τον ίδιο σκοπό. Μπροστά στην καταστροφή, όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Οχι όμως και για τον κυβερνήτη του υπερωκεανίου, όπως έδειξε ο απολογισμός των θυμάτων: από τους επιβάτες της πρώτης θέσης σώθηκαν δύο στους τρεις. Από την τρίτη θέση μόνο ένας στους τέσσερις. Και από το πλήρωμα, τέσσερις στους πέντε κατέληξαν στον βυθό του Ατλαντικού.
.
Η παραβολή...
...του «Τιτανικού», 100 χρόνια από την τραγωδία του, δεν έπαψε να μας χρησιμεύει. Η κοινωνιολόγος Τζιν Λίπμαν-Μπλούμεν έχει γράψει ένα ολόκληρο βιβλίο για τους κυβερνήτες του είδους του κάπτεν Σμιθ. «Με τον δυσλειτουργικό χαρακτήρα τους και την καταστροφική συμπεριφορά τους προξενούν σοβαρή και μόνιμη βλάβη», γράφει στο βιβλίο της «Τοξικοί ηγέτες», και αφήνουν τους οπαδούς τους σε πολύ χειρότερη κατάσταση από όσο ήταν πρώτα, αλλά και τους άλλους που νιώθουν ένα αίσθημα ψευδούς ασφάλειας κοντά τους.
.
Η αλαζονεία...
...του κάπτεν Σμιθ ήταν τόση που, ενώ το πλοίο του κατέρρεε, αντί να στείλει το πλήρωμά του να φροντίσει για την ασφάλεια των επιβατών, το είχε βάλει να συγυρίζει τα καθίσματα στα σαλόνια, σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Ο κυβερνήτης του «Τιτανικού» δεν ήταν ανάμεσα στους διασωθέντες του ναυαγίου. Κάτι που συμβαίνει συχνά στα ναυάγια με τους κυβερνήτες, ό,τι και αν κυβερνούν αυτοί.
---
*

Οταν έφτασαν οι Καίσαρες από τις Βρυξέλλες και παραμάζωξαν τον κόσμο στις γυάλινες αρένες έκλεισα τα μάτια και τ' αυτιά μου για λίγο. Να περισωθώ. Να σκεφτώ σαν άνθρωπος, ανθρώπους γύρω μου. Γνωστούς κι αγνώστους. Ολους αυτούς που υποχρεωθήκαμε ν' ακούμε πόσο πάμπλουτοι σε θεσμοθετημένη φτώχεια είμαστε, πόσο περισσότερα από μας θα συνεισφέρουν εθελοντικά οι τραπεζίτες στο θηριώδη βωμό, στο θυσιαστήριο της ανθρώπινης υπόστασης. 
ΑΔΥΝΑΤΟΝ να αντέξουν τα χημικά οι δεκάδες ξένοι ανταποκριτές που βρίσκονταν σε ξενοδοχείο επί της πλατείας Συντάγματος. Δεν μπορούσαν να αναπνεύσουν, υπέφεραν, ο λαιμός τους έκαιγε, τα μάτια τους έτρεχαν ασταμάτητα. Απορούσαν γιατί η δράση των χημικών στην Αθήνα είναι τόσο δριμεία, ενώ πουθενά αλλού στην Ευρώπη δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Μόλις όμως μάθαιναν ότι τα τελευταία χρόνια η ΕΛ.ΑΣ. προμηθεύεται χημικά από το Ισραήλ και όχι από την Ευρώπη ή από τις ΗΠΑ, οι απορίες τους λύνονταν. Οι Ισραηλινοί σιωνιστές που διαπράττουν γενοκτονία κατά των Παλαιστινίων εξοντώνοντάς τους κατά χιλιάδες, δεν έχουν φυσικά κανένα πρόβλημα να χρησιμοποιούν εναντίον τους και απαγορευμένα χημικά αέρια.
Η πολιτική αντιπάθεια προς το πρόσωπό τους όμως δεν μπορεί να επιφέρει σύγχυση ως προς ένα κορυφαίο ζήτημα: ο τρόπος που επέλεξαν οι ΗΠΑ στην περίπτωση του Σαντάμ και οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι στην περίπτωση του Καντάφι συνιστά όχι απλά βαρύτατη παραβίαση των θεμελιωδέστερων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου, αλλά επιστροφή στην προ αιώνος εποχή των ιμπεριαλιστικών στρατιωτικών επεμβάσεων.
Υπέκυψε στις πιέσεις ο πρόεδρος της ΝΔ, Αντώνης Σαμαράς, και διέγραψε τον μαχητικό δεξιό πρόεδρο των ταξιτζήδων, Θύμιο Λυμπερόπουλο. Εχοντας ήδη δημοσίως καταδικάσει τη δράση των εργαζομένων στη ΔΕΗ και στους οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με τον αποκεφαλισμό του δικού της Θ. Λυμπερόπουλου η ΝΔ επισφράγισε το διαζύγιό της με τον κόσμο της εργασίας που βρίσκεται σε απόγνωση εξαιτίας της πολιτικής τής κυβέρνησης Παπανδρέου. Δεν προκαλεί φυσικά έκπληξη η στάση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ουδέποτε η Δεξιά ισχυρίστηκε ότι εκπροσωπεί τα συμφέροντα των εργαζομένων. Επιλέγοντας όμως ακριβώς αυτήν τη χρονική στιγμή ο Α. Σαμαράς για να επαναβεβαιώσει αυτή την αρχή -τις παραμονές, δηλαδή, της μεγαλύτερης και πιο κρίσιμης απεργίας που έχει γίνει στα 37 χρόνια της μεταπολίτευσης- προσφέρει ουσιαστική υπηρεσία στην κυβέρνηση Παπανδρέου, προσδοκώντας, φυσικά, πολιτικά ανταλλάγματα.
Βραχυπρόθεσμα, η ΝΔ υπολογίζει ότι θα αποκομίσει οφέλη από τη στάση της κατά των εργαζομένων, όσο και αν είναι προφανές ότι η πολιτική αυτή δυσχεραίνει τον δρόμο της προς την κατάκτηση κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας στις εκλογές. Αυτό ελπίζει βάσιμα ότι αργά ή γρήγορα θα το ξεπεράσει, αν και καθόλου απλό δεν είναι αυτό, δεδομένου ότι η σημερινή στάση της ενθαρρύνει την ισχυροποίηση των πιέσεων πάνω στη ΝΔ για να συρθεί σε συγκυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ, κάτι που θα διασώσει το κυβερνών κόμμα. Μακροπρόθεσμα, όμως, τα προβλήματα είναι σοβαρότερα και βαθύτερα, αν εδραιωθεί η πεποίθηση σε μεγάλα τμήματα εργαζομένων και συνταξιούχων ότι κανένα από τα δύο κόμματα εξουσίας δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντά τους, ούτε το ΠΑΣΟΚ ούτε η ΝΔ. Αν ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού αισθανθεί ότι δεν έχει πολιτική εκπροσώπηση, τότε η πίεση αλλαγής του πολιτικού σκηνικού γίνεται αφόρητη. Η Αριστερά για την ώρα δεν φαίνεται ικανή να διεκδικήσει αυτή την εκπροσώπηση και να καταστεί αθροιστικά σχεδόν ισοδύναμη εκλογικά με τους άλλους δύο πόλους. Πιθανότατα θα σημειώσει το σύνολο των κομμάτων της το υψηλότερο ποσοστό της ιστορίας της, με μοναδική εξαίρεση το 1958, αλλά αυτό δεν αρκεί στις σημερινές συνθήκες.